Η μείωση για δεύτερη χρονιά του αριθμού των εισακτέων δεν φαίνεται να προκάλεσε ιδιαίτερο προβληματισμό στους τοπικούς φορείς
Μία εβδομάδα μετά την ανακοίνωση του υπουργείου Παιδείας για τις βάσεις εισαγωγής των πρωτοετών στις Σχολές και Τα Τμήματα των πανεπιστημίων της χώρας και σε τοπικό επίπεδο, η μείωση για δεύτερη χρονιά του αριθμού των εισακτέων δεν φαίνεται να προκάλεσε ιδιαίτερο προβληματισμό στους τοπικούς φορείς, περισσότερο και λιγότερο εμπλεκόμενους ή αρμόδιους. Μάλιστα, η δήλωση της πρυτάνισσας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων κας Μπατιστάτου την Παρασκευή για το θέμα θεωρήθηκε εξαιρετικά καθησυχαστική για τις επιπτώσεις που δημιουργεί στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων η συρρίκνωση του φοιτητικού δυναμικού για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά. Παρότι παρέπεμψε στο νέο ακαδημαϊκό έτος, όπου όπως ανέφερε θα γίνουν οι μειώσεις στους συντελεστές που ορίζουν οι Σχολές και τα Τμήματα για τον υπολογισμό των βάσεων, το γεγονός ότι πέρυσι και φέτος το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων έχει πλέον των 2.000 κενών θέσεων και μάλιστα σε Σχολές που θα έπρεπε να παρουσιάζουν υψηλή ζήτηση, η ανησυχία αρχίζει ήδη να εκδηλώνεται. Η βουλευτής Ιωαννίνων Μερ. Τζούφη αλλά και η δημοτική παράταξη «Ενότητα Πολιτών» με ανακοινώσεις τους στάθηκαν στη μείωση του φοιτητικού δυναμικού στα Γιάννενα, ως φαινόμενο που θα πρέπει να κινητοποιήσει τους τοπικούς φορείς ενώ μόλις χθες το Αστικό ΚΤΕΛ Ιωαννίνων με μία μακροσκελή ανακοίνωσή του, αναφέρεται στις πολλαπλές κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις που έχει η εν λόγω συρρίκνωση.
Στην ανακοίνωσή του το Αστικό ΚΤΕΛ κάνει λόγο για έκπληξη και απογοήτευση από τη συνεχιζόμενη συρρίκνωση του φοιτητικού δυναμικού στα Γιάννενα, αθροίζοντας τις απώλειες αυτές σε 2.000 φοιτητές τα δύο τελευταία χρόνια.
«Ως διοίκηση του Αστικού ΚΤΕΛ Ιωαννίνων, εκφράζουμε την έντονη ανησυχία μας για τη διαρκή συρρίκνωση του φοιτητικού πληθυσμού στα Ιωάννινα αλλά και στην υπόλοιπη Ήπειρο, γιατί αυτή, πέραν της υποβάθμισης και της “επικείμενης” εξαφάνισης τμημάτων του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, όπως χαρακτηριστικά επισημάνθηκε και από τα ΜΜΕ, που ασχολήθηκαν με το θέμα και του ίδιου του Πανεπιστημίου γενικότερα, προκαλεί ήδη τα πρώτα προβλήματα και θα δημιουργήσει πολλά περισσότερα στο άμεσο μέλλον», αναφέρεται αρχικά.
Αιχμές προς το Πανεπιστήμιο και όχι μόνο
Στο δεύτερο σκέλος της επιστολής το Αστικό ΚΤΕΛ που αναφέρει ότι είναι ένας συνδετικός κρίκος του Πανεπιστημίου με την τοπική κοινωνία, γνωρίζοντας πολύ καλά τι σημαίνει ένα ισχυρό Πανεπιστήμιο, επισημαίνει, ότι το ζήτημα ενώ θα έπρεπε, δεν έχει απασχολήσει την τοπική κοινωνία και τους φορείς της.
«Δε γνωρίζουμε και σίγουρα δεν είναι δική μας αρμοδιότητα, τους λόγους για τους οποίους προκύπτει το ως άνω ζήτημα, που κατά την άποψή μας, είναι από τα σημαντικότερα που πρέπει να απασχολήσει όλο το φάσμα της πανεπιστημιακής, κοινωνικής, οικονομικής πολιτικής ζωής και των αντίστοιχων φορέων της περιοχής. Αντιλαμβανόμαστε όμως ότι εάν δεν αντιμετωπιστεί, μεσοπρόθεσμα και όχι στο απώτερο μέλλον, θα δημιουργήσει τεράστια κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα στην πόλη των Ιωαννίνων και ευρύτερα. Ενδεχομένως ορισμένοι να μην αντιλαμβάνονται τι σημαίνει να είναι 2.000 λιγότεροι οι φοιτητές στην πόλη των Ιωαννίνων. Ίσως πάλι κάποιοι δεν ενδιαφέρονται να καταλάβουν, το μέγεθος του προβλήματος που δημιουργείται από τη συρρίκνωση και την απαξίωση του πανεπιστημίου μας τα τελευταία χρόνια, εξετάζοντας τα πράγματα μέσα από το δικό τους πρίσμα και στο δικό τους μικρόκοσμο, τον οποίο εμείς δεν αντιλαμβανόμαστε.
Μας προκαλεί πάντως τεράστια εντύπωση το γεγονός πως μια εβδομάδα μετά την ανακοίνωση των βάσεων, δεν υπήρξε επισήμως κάποια ιδιαίτερη κινητικότητα και συζήτηση για το θέμα, ενώ αντίθετα κάποιες ελάχιστες δημόσιες τοποθετήσεις στα τοπικά ΜΜΕ, μας δημιούργησαν ακόμη μεγαλύτερο προβληματισμό για το εάν υπάρχει πραγματική γνώση του προβλήματος, αλλά και ειλικρινές ενδιαφέρον για να αντιμετωπίσουμε συλλογικά ως τοπική κοινωνία το πρόβλημα», αναφέρεται, για να εκφράσει την ανησυχία της διοίκησης και των μετόχων.
Καταλήγει δε, απευθύνοντας κάλεσμα στις Πρυτανικές αρχές και το Συμβούλιο Διοίκησης του Πανεπιστημίου, καθώς επίσης τους συναρμόδιους φορείς της πόλης και της Ηπείρου, Περιφέρεια Ηπείρου, Δήμους, Επιμελητήρια, Εμπορικούς Συλλόγους κ.λπ, «να αναλάβουμε από κοινού πρωτοβουλία για το όλο ζήτημα, που εξελίσσεται σε σοβαρότατο πρόβλημα και το οποίο απειλεί να διαμορφώσει νέες, δραματικές συνθήκες και στην τοπική οικονομία και βέβαια όχι μόνο, πέραν των επιπτώσεων στην ίδια την Πανεπιστημιακή Κοινότητα, χωρίς πραγματική δυνατότητα μεταστροφής».
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ