Την έντονη αντίθεσή του στην ενδεχόμενη περιβαλλοντική αδειοδότηση και κατ’ επέκταση κατασκευή των τεσσάρων αιολικών πάρκων στο όρος Λάκμος (Περιστέρι) στην περιοχή των Δήμων Μετσόβου και Βορείων Τζουμέρκων εκφράζει το Τμήμα Ηπείρου του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, μέσω ανακοίνωσης της Διοικούσας Επιτροπής.
Η αρνητική άποψη προκύπτει, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση, λόγω:
α) της κατάληψης μεγάλου χώρου σε μια περιοχή με μεγάλα υψόμετρα και ιδιαίτερα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά, στις κορυφογραμμές της οροσειράς της Πίνδου
β) της διάνοιξης και διαμόρφωσης απαιτούμενου οδικού δικτύου μεγάλου μήκους (τουλάχιστον 28 χλμ. περίπου, λόγω της μη ύπαρξης οριστικής μελέτης οδοποιίας) και πλάτους, καθώς και της δημιουργίας πρανών με την ανάλογη παραγωγή προϊόντων εκσκαφής και την απαίτηση σημαντικών τεχνικών έργων αντιστήριξης
γ) του μεγέθους της συνολικής εγκατάστασης των προτεινόμενων Α/Π (29 ανεμογεννήτριες μεγάλων διαστάσεων και ισχύος 88,45 MW)
δ) της σοβαρής έλλειψης της Μ.Π.Ε. σχετικά με την τεκμηρίωση ύπαρξης επαρκούς Αιολικού Δυναμικού και
ε) της μη ύπαρξης μελέτης συνεργιστικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων από την ενδεχόμενη υλοποίηση (εγκατάσταση και λειτουργία) όλων των Α/Π που χωροθετούνται στην ευρύτερη περιοχή.
Παρά ταύτα, το ΤΕΕ/Τμήμα Ηπείρου επισημαίνει πως έχει «διαχρονικά ως πάγια θέση του τη χρήση και αξιοποίηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, οι οποίες πρέπει να αποτελούν το βασικό συντελεστή του νέου ενεργειακού σχεδιασμού της χώρας, που στοχεύει και στην «απολιγνιτοποίηση» της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας».
Παρά ταύτα, στην ίδια ανακοίνωση τονίζονται τα εξής: «Οι διαδικασίες χωροθέτησης και αδειοδότησης έργων ελλείψει ειδικού χωροταξικού πλαισίου σχεδιασμού για τις Α.Π.Ε. (καθώς η χρονική περίοδος ισχύος του προηγούμενου έχει εκπνεύσει κι η εκπόνηση νέου έχει ανατεθεί από το ΥΠΕΝ και είναι σε εξέλιξη) δημιουργούν ένα σημαντικότατο πρόβλημα και η δέσμευση και κατάληψη φυσικού και ηλεκτρικού χώρου από υποψήφιους επενδυτές πραγματοποιούνται κατά περίπτωση, με την απουσία εξειδικευμένου συνολικού θεσμικού πλαισίου, χωρίς δηλαδή τη θέσπιση κοινών κανόνων από την πλευρά της πολιτείας, που -εκ προοιμίου- προστατεύουν το δημόσιο συμφέρον, σχετικά με την αρμονική ισόρροπη εξυπηρέτηση τόσο της ενεργειακής πολιτικής της χώρας, όσο και της περιβαλλοντικής προστασίας των περιοχών που παρουσιάζουν επενδυτικό ενδιαφέρον για τη χωροθέτηση και λειτουργία Α.Π.Ε. και της πρόταξης και στήριξης των διαφοροποιημένων μεταξύ τους αναπτυξιακών τους κατευθύνσεων.
Επομένως, στη σημερινή συγκυρία, λόγω και της επιλογής για ενίσχυση κατά προτεραιότητα της ανάπτυξης των έργων Α.Π.Ε. (μέσω των Εθνικών Σχεδίων για την Ενέργεια και το Κλίμα), η θέσπιση ενός νέου ειδικού χωροταξικού πλαισίου σχεδιασμού για τις Α.Π.Ε. καθίσταται, όσο ποτέ, αναγκαία, απαραίτητη και επιβεβλημένη, όχι μόνον για την αποτελεσματική προώθηση των σχετικών επενδύσεων αλλά και για την ουσιαστική και αποτελεσματική προστασία του περιβάλλοντος».
«Για την περιοχή της Ηπείρου αποτελούν ιδιαίτερης σημασίας ζητήματα η ενεργειακή της επάρκεια καθώς και η δυνατότητα αξιοποίησης των διαφόρων μορφών Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Με δεδομένα όμως το πλούσιο φυσικό περιβάλλον, το μορφολογικό ανάγλυφο και τις αναπτυξιακές κατευθύνσεις και προοπτικές της Περιφέρειάς μας (π.χ. πρωτογενής τομέας, ανάπτυξη διαφόρων ήπιων μορφών τουρισμού κ.α.) απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή καθώς και επαρκής και τεκμηριωμένη αντιμετώπιση όλων των περιβαλλοντικών επιπτώσεων που σχετίζονται με την ανάπτυξη των διαφόρων έργων Α.Π.Ε. (ένα τέτοιο έργο αποτελεί προφανώς και το εξεταζόμενο έργο του θέματος)», καταλήγει το σώμα της ανακοίνωσης.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΕΛΕΝΗ ΜΑΚΡΟΓΙΑΝΝΗ