Με νέα διευκρινιστική εγκύκλιο το υπουργείο Εργασίας επιχειρεί να αποσαφηνίσει ζητήματα, όπως η νέα εκ περιτροπής εργασία, η παράταση της αναστολής των συμβάσεων και οι απολύσεις.
Σύμφωνα με το Έθνος, η επίμαχη εγκύκλιος αποσαφηνίζει το πλαίσιο των προστατευτικών μέτρων για τρεις κατηγορίες επιχειρήσεων, τις κλειστές με κρατική εντολή και τον Μάιο, τις επαναλειτουργούσες και τις πληττόμενες βάσει ΚΑΔ.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, οι επιχειρήσεις που επαναλειτουργούν μετά την προσωρινή αναστολή με κρατική εντολή και εφόσον δεν κάνουν χρήση του μέτρου της παράτασης των αναστολών, αν δηλαδή ανακαλέσουν το 100% του προσωπικού τους πίσω σε ενεργή απασχόληση εμπίπτουν στις κοινές διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας, δηλαδή μπορούν κατ αρχήν να προβούν σε απολύσεις. Αυτό δεν επιτρέπεται, αν κάνουν χρήση του μέτρου του προσωπικού ασφαλούς λειτουργίας, δηλαδή της νέας εκ περιτροπής.
Επιχειρήσεις που επαναλειτουργούν κατά το Μάιο μετά την άρση της αναστολής λειτουργίας τους με εντολή δημόσιας αρχής, μπορούν να παρατείνουν την αναστολή των συμβάσεων εργασίας εργαζομένων τους που έχουν ήδη τεθεί σε αναστολή μέχρι του ποσοστού 60% αυτών και να προβούν σε οριστική ανάκληση τουλάχιστον για το 40% αυτών. Η παράταση της αναστολής διαρκεί μέχρι 31 Μαΐου 2020.
-Αν οι επαναλειτουργούσες επιχειρήσεις κάνουν χρήση του μέτρου της παράτασης αναστολής συμβάσεων εργασίας εμπίπτουν στις διατάξεις που αφορούν τόσο την απαγόρευση καταγγελίας σύμβασης εργασίας για το σύνολο του προσωπικού τους μέχρι την 31η Μάιου, όσο και την υποχρέωση να διατηρήσουν τον ίδιο αριθμό θέσεων εργασίας και με το ίδιο είδος σύμβασης εργασίας για 45 ημέρες από το χρόνο λήξης της παράτασης αναστολής συμβάσεων εργασίας.
-Αν οι επαναλειτουργούσες επιχειρήσεις δεν κάνουν χρήση του μέτρου της παράτασης και συνεπώς προβούν σε οριστική ανάκληση της αναστολής του συνόλου των εργαζομένων τους, δεν εμπίπτουν στις διατάξεις που αφορούν την απαγόρευση απόλυσης μέχρι 31/5 και την υποχρέωση να διατηρήσουν τον ίδιο αριθμό θέσεων εργασίας και με το ίδιο είδος σύμβασης για 45 ημέρες. «Συνεπώς αυτές οι επιχειρήσεις εμπίπτουν στις κοινές διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας», καταλήγει η εγκύκλιος.
-Σύμφωνα με το Έθνος, επιχειρήσεις που επαναλειτουργούν μετά την προσωρινή αναστολή λειτουργίας και εφόσον δεν επιλέγουν παράταση των αναστολών ούτε το προσωπικό ασφαλούς λειτουργίας, μπορούν κατ αρχήν να προβούν σε απολύσεις.
Αντίστοιχα, για τις επιχειρήσεις οι οποίες πλήττονται σημαντικά βάσει ΚΑΔ:
-Αν οι επιχειρήσεις που πλήττονται βάσει ΚΑΔ κάνουν χρήση του μέτρου της παράτασης εμπίπτουν στις διατάξεις που αφορούν την απαγόρευση απολύσεων μέχρι 31/5 και την υποχρέωση να διατηρήσουν τον ίδιο αριθμό θέσεων εργασίας και με το ίδιο είδος σύμβασης για 45 ημέρες από το χρόνο λήξης της παράτασης.
-Αν οι επιχειρήσεις δεν κάνουν χρήση του μέτρου της παράτασης έχουν υποχρέωση να διατηρήσουν τους ίδιους εργαζόμενους και με τους ίδιους όρους εργασίας που είχαν κατά την 21η Μαρτίου, για 45 ημέρες μετά τη λήξη του χρόνου αναστολής των συμβάσεων.
-Όσον αφορά στις συμβάσεις ορισμένου χρόνου, η ίδια εγκύκλιος ξεκαθαρίζει πως τόσο στις επιχειρήσεις που μένουν κλειστές με κρατική εντολή όσο και στις πληττόμενες και επαναλειτουργούσες μπορεί να παραταθεί η αναστολή συμβάσεων ορισμένου χρόνου. Μετά το πέρας του διαστήματος παράτασης της αναστολής ή όταν η επιχείρηση επαναλειτουργήσει η σύμβαση εργασίας συνεχίζεται για τον συμφωνηθέντα χρόνο που υπολείπεται.
Διευκρινήσεις δίνει η εγκύκλιος και για την εφαρμογή του «προσωπικού ασφαλούς λειτουργίας», δηλαδή για την νέα εκ περιτροπής, στις επιχειρήσεις που πλήττονται σημαντικά ή επαναλειτουργούν. Οι επιχειρήσεις που ανήκουν στις πληττόμενες επιχειρήσεις συμπεριλαμβανομένων και αυτών που επαναλειτουργούν τον Μάιο και πάντως για όσο χρόνο αυτές συνεχίζουν να πλήττονται, μπορούν να εφαρμόσουν το μέτρο της λειτουργίας της επιχείρησης με προσωπικό ασφαλούς λειτουργίας, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
Με περίοδο αναφοράς τον μήνα, κάθε εργαζόμενος μπορεί να απασχολείται κατ’ ελάχιστο 2 εβδομάδες, συνεχόμενα ή διακεκομμένα. Ως περίοδος αναφοράς για τον υπολογισμό της κατ’ ελάχιστον απασχόλησης κάθε εργαζόμενου λογίζεται ο ημερολογιακός μήνας.
Εντός κάθε ημερολογιακού μήνα, η κατ’ ελάχιστον απασχόληση κάθε εργαζόμενου πρέπει να είναι δύο πλήρεις εβδομάδες, πέντε εργασίμων ημερών επί 5ημέρου ή έξι εργασίμων ημερών επί 6ημέρου.
Οι ανωτέρω πλήρεις εβδομάδες μπορεί να είναι συνεχόμενες ή διακεκομμένες, για παράδειγμα μπορεί να μεσολαβήσει μια εβδομάδα πριν ο εργαζόμενος να απασχοληθεί εκ νέου για μια τουλάχιστον ακόμη πλήρη εβδομάδα.
Στις εβδομάδες εργασίας δεν περιλαμβάνονται οι ημέρες πάσης φύσεως νόμιμης άδειας (κανονική, αναρρωτική κ.α.). Ο τρόπος αυτός οργάνωσης της εργασίας πραγματοποιείται ανά εβδομάδα και εντάσσεται σε αυτόν τουλάχιστον το 50% του προσωπικού της επιχείρησης των οποίων οι συμβάσεις δεν τελούν σε αναστολή.
Στον ανά εβδομάδα προγραμματισμό του προσωπικού ασφαλούς λειτουργίας της επιχείρησης πρέπει να εντάσσεται τουλάχιστον το 50% του προσωπικού της επιχείρησης του οποίου οι συμβάσεις εργασίας δεν τελούν σε αναστολή, δηλαδή των εργαζομένων των οποίων οι συμβάσεις εργασίας είτε δεν είχαν τεθεί ποτέ σε αναστολή, είτε έχει λήξει η αναστολή, είτε αυτή έχει οριστικά ανακληθεί και αυτοί έχουν επιστρέψει στις θέσεις εργασίας τους.
Αν η επιχείρηση δεν έχει κάνει χρήση του μέτρου της αναστολής ή της παράτασης το 50% υπολογίζεται επί του συνόλου των εργαζομένων. Ο εργοδότης πρέπει να προγραμματίζει ανά εβδομάδα το προσωπικό ασφαλούς λειτουργίας της επιχείρησής του ενημερώνοντας σχετικά τους εργαζόμενους που υπάγονται σ’ αυτό.