Διάστημα πέντε μηνών από την υπογραφή της σύμβασης, δηλαδή έως τα τέλη Αυγούστου, έχει το Δημόσιο και η Εγνατία Οδός Α.Ε. για να ολοκληρώσουν την προετοιμασία
Διάστημα πέντε μηνών από την υπογραφή της σύμβασης, δηλαδή έως τα τέλη Αυγούστου, έχει το Δημόσιο και η Εγνατία Οδός Α.Ε. για να ολοκληρώσουν την προετοιμασία για την παράδοση του αυτοκινητοδρόμου στην κοινοπραξία ΤΕΡΝΑ – Egis. Η ολοκλήρωση της προετοιμασίας αυτής, σύμφωνα με όσα ορίζονται στη σύμβαση παραχώρησης, είναι κρίσιμης σημασίας, ειδάλλως το Δημόσιο μπορεί τα επόμενα χρόνια να συρθεί σε οικονομικές διενέξεις με τον παραχωρησιούχο, κάτι που συνέβη πολλάκις με τις υπόλοιπες οδικές παραχωρήσεις. Ο τρόπος που χειρίζεται το Δημόσιο την υπόθεση των υπολειπόμενων σταθμών διοδίων υποδεικνύει ότι οι βρύσες των αποζημιώσεων δεν θα αργήσουν να ανοίξουν, προς όφελος πάντα του ιδιώτη.
Η υπογραφή, την Παρασκευή, της συμφωνίας για τη σύμβαση παραχώρησης ανάμεσα στο υπουργείο Υποδομών, το ΤΑΙΠΕΔ και την κοινοπραξία ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ – Egis Projects δεν ισοδυναμεί με έναρξη της παραχώρησης του οδικού άξονα, αλλά με την εκκίνηση της διαδρομής που θα οδηγήσει σε αυτή. Γιατί όμως υπογράφεται η συμφωνία προτού κλείσουν όλες οι εκκρεμότητες; «Είναι ξεκάθαρο ότι υπάρχει ισχυρή βούληση όλων των πλευρών να προχωρήσει αυτό το ιδιαίτερα σημαντικό έργο. Αυτό άλλωστε καταδεικνύει η πρόσφατη πράξη υπουργικού συμβουλίου και η δημοσίευση της κοινής απόφασης των υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Μεταφορών και Υποδομών για την αναπροσαρμογή του τιμήματος των διοδίων στην Εγνατία Οδό», λέει στην «Κ» ο διευθύνων σύμβουλος του ΤΑΙΠΕΔ, Δημήτρης Πολίτης.
Αυξήσεις «φωτιά» στα διόδια της Εγνατίας
«Σε όλα τα έργα που υλοποιεί το ΤΑΙΠΕΔ, αποτελεί πάγια τακτική η υπογραφή της σύμβασης να προηγείται του οικονομικού κλεισίματος, το οποίο πραγματοποιείται κατόπιν ικανοποίησης όλων των αιρέσεων από τα αντισυμβαλλόμενα μέρη, εν προκειμένω το Δημόσιο και τον επενδυτή. Στη σύμβαση οι δύο πλευρές –το Δημόσιο και ο παραχωρησιούχος– δεσμεύονται ότι θα πρέπει να ολοκληρωθούν τα προαπαιτούμενα προκειμένου να τεθεί η συμφωνία σε εφαρμογή».
Το μοναδικό προαπαιτούμενο (από πλευράς Δημοσίου, γιατί υπήρχαν και αντίστοιχα προαπαιτούμενα για τον ιδιώτη) ήταν η αύξηση των διοδίων από 0,03 σε 0,04 ευρώ ανά χιλιόμετρο (προ ΦΠΑ) πριν από την υπογραφή της σύμβασης, κάτι που έγινε το βράδυ της Πέμπτης. Στη συνέχεια το Δημόσιο (μέσω της Εγνατίας Οδού Α.Ε.) θα πρέπει να ολοκληρώσει τη διαδικασία πιστοποίησης των σηράγγων, που εκκρεμεί εδώ και πολλά χρόνια, και την κατάρτιση του πρωτοκόλλου παράδοσης – παραλαβής, ένα λεπτομερές ιστορικό του έργου. «Οσα προαπαιτούνται θα πρέπει να υλοποιηθούν. Η σύμβαση δίνει προθεσμία πέντε μηνών ανάμεσα στην υπογραφή και το οικονομικό “κλείσιμο” της συμφωνίας, το οποίο συνεπάγεται την έναρξη παραχώρησης, διάστημα που αν υπάρξει κάποιο θέμα μπορεί με κοινή συμφωνία να παραταθεί», λέει ο κ. Πολίτης. «Πάντως, ούτε το Δημόσιο ούτε ο παραχωρησιούχος θέλουν να ξεκινήσει μια σύμβαση παραχώρησης 35 ετών με ελλείψεις ή αιτήματα αποζημίωσης. Ο ρόλος του ΤΑΙΠΕΔ είναι να συντονίσουμε τις δύο πλευρές ώστε η παραχώρηση της Εγνατίας Οδού να γίνει ομαλά και χωρίς προβλήματα».
Ενα σημαντικό ερώτημα είναι πώς το Δημόσιο θα προφυλαχθεί από πιθανές αξιώσεις του παραχωρησιούχου, σε σχέση με την κατάσταση της Εγνατίας και των καθέτων της. Το ΤΑΙΠΕΔ, που έχει χειριστεί όλη τη διαγωνιστική διαδικασία, υποστηρίζει ότι οι ενδιαφερόμενοι ήταν πλήρως ενήμεροι για την πραγματική κατάσταση του δρόμου. «Toν Δεκέμβριο του 2017 και ενώ η διαγωνιστική διαδικασία ήταν σε εξέλιξη, πραγματοποιήθηκε μελέτη από τεχνικό σύμβουλο, η οποία αποτύπωσε λεπτομερώς την κατάσταση του οδοστρώματος και των τεχνικών έργων της Εγνατίας και των καθέτων αξόνων της», λέει ο κ. Πολίτης. «Στόχος μας ήταν να γνωρίζουν όλοι οι ενδιαφερόμενοι ακριβώς σε ποια κατάσταση βρίσκεται η υποδομή, ώστε να προσαρμόσουν ανάλογα τις προσφορές τους. Η μελέτη αποτυπώνει, μεταξύ άλλων, τον υπολειπόμενο χρόνο ζωής του οδοστρώματος. Η Εγνατία Οδός Α.Ε. είναι υπεύθυνη να διατηρεί την κατάσταση του οδικού άξονα στο επίπεδο που παρουσιάστηκε στους επενδυτές».
Ναυάγησαν τα ηλεκτρονικά διόδια
Στις αρχές Ιανουαρίου η Εγνατία Οδός Α.Ε. υπέγραψε δύο συμβάσεις για τη συντήρηση του οδικού άξονα: μία για τη δυτική πλευρά, 70 εκατ. ευρώ και μία για την ανατολική, 58 εκατ. ευρώ. Και οι δύο συμβάσεις υπεγράφησαν με την κοινοπραξία ΤΕΡΝΑ – Ιntrakat και έχουν διάρκεια έως το 2025, εκτός αν ο παραχωρησιούχος αποφασίσει να τις διακόψει (δηλαδή η ΤΕΡΝΑ συντηρεί τον δρόμο για να τον παραλάβει η ΤΕΡΝΑ). «Eχουμε ευθύνη να διατηρήσουμε τον δρόμο σε υψηλό επίπεδο οδικής ασφάλειας, μέχρι την ημέρα που θα τον παραλάβει ο παραχωρησιούχος», λέει ο Κώστας Κουτσούκος, διευθύνων σύμβουλος της Εγνατίας Α.Ε., εξηγώντας γιατί υπεγράφησαν συμβάσεις στο «παρά πέντε» της παραχώρησης. Οσον αφορά τις υποχρεώσεις της Εγνατίας, που συνδέονται με την έναρξη της παραχώρησης, ο κ. Κουτσούκος εκτιμά ότι θα χρειαστούν κατ’ ελάχιστον 6 μήνες. «Δεν μπορεί ο παραχωρησιούχος να παραλάβει αν δεν τελειώσουμε», εξηγεί. «Αυτό που μπορεί να συμβεί είναι να συμφωνήσει ο ιδιώτης με το Δημόσιο ότι θα ολοκληρώσει εκείνος ό,τι δεν έχει τελειώσει».
Οι συγκεκριμένες καθυστερήσεις δεν είναι ο μόνος λόγος που το Δημόσιο κινδυνεύει να μπει σε χορό αποζημιώσεων από την πρώτη στιγμή της παραχώρησης. Ενα άλλο θέμα είναι οι τρεις (σε εκκρεμότητα) πλευρικοί σταθμοί διοδίων σε Μάλγαρα, Χαλάστρα (δεν έχουν καν κατασκευαστεί) και Πολύκαστρο (υπάρχει, αλλά δεν λειτουργεί). «Η λειτουργία ή μη των νέων πλευρικών σταθμών δεν εμποδίζει την ημερομηνία έναρξης παραχώρησης, δηλαδή μπορεί η παραχώρηση να ξεκινήσει χωρίς αυτό να έχει υλοποιηθεί», λέει ο κ. Πολίτης. «Ωστόσο, αν ορισμένοι σταθμοί δεν λειτουργούν με την έναρξη της παραχώρησης, ο παραχωρησιούχος είναι πιθανό να εγείρει αξιώσεις, καθώς τα σχετικά έσοδα έχουν προϋπολογιστεί για την προσφορά του».