Διεξοδικά συζήτησε το σχέδιο νόμου «Νέοι Ορίζοντες στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα», η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, σε έκτακτη συνεδρία της.
Όπως σημειώνει σχετική ανακοίνωση, πρόκειται για ένα σχέδιο το οποίο προτάσσει τις επιταγές της αγοράς στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τη δομή, τη φυσιογνωμία και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των ελληνικών Α.Ε.Ι..
Πιο ειδικά, σημειώνει πως ενδεικτικό της φιλοσοφίας που διέπει το εν λόγω σχέδιο είναι το γεγονός ότι μέσα σε 400 σελίδες δεν υπάρχει πουθενά αναφορά του ανθρωπιστικού χαρακτήρα του Πανεπιστημίου ή ιδιαίτερη μνεία στην ισότητα των φύλων, για να τονίσει πως τα μέτρα που προτείνονται κατατείνουν στην κατάργηση του αυτοδιοίκητου, την «πειθαρχικοποίηση» της λειτουργίας των οργάνων και τη συρρίκνωση του δημοσίου Πανεπιστημίου με καταργήσεις, συγχωνεύσεις και απορροφήσεις μονάδων, χωρίς καμία αναπτυξιακή αναφορά και προοπτική.
Στη συνέχεια επισημαίνεται ότι ένα μεγάλο μέρος των προτεινόμενων διατάξεων, και ιδιαίτερα το κεφάλαιο Β’ του σχεδίου (όργανα διοίκησης), δεν έχουν καν παρουσιασθεί από την ηγεσία του ΥΠΑΙΘ στις πρόσφατες τακτικές και έκτακτες Συνόδους Πρυτάνεων. Πρόκειται για ένα κείμενο που τίθεται σε διαβούλευση για εξαιρετικά περιορισμένο χρονικό διάστημα, με το πρόσχημα της εκπνοής της προθεσμίας που έχει δοθεί έως τις 30-6-2022, αναφέρει η ανακοίνωση.
Τι «βλέπει» η Σύγκλητος
Αναφορικά με τα ειδικότερα μέτρα, όπως αναφέρει η ανακοίνωση, παρατηρείται ότι το σχέδιο αποδεικνύεται «μοναδικά συγκεντρωτικό» στο διεθνές ακαδημαϊκό γίγνεσθαι. «Σχεδόν όλες οι διαδικασίες ανάδειξης των οργάνων διοίκησης με εκλογές καταργούνται, περιστέλλεται η δημοκρατική λειτουργία των Πανεπιστημίων, καλλιεργείται η συναλλαγή στον τρόπο εκλογής των εξωτερικών μελών του Συμβουλίου Διοίκησης και στην επιλογή του Πρύτανη και Κοσμητόρων και αίρεται η νομιμοποίηση των μονοπρόσωπων οργάνων από την ακαδημαϊκή κοινότητα. Ταυτόχρονα, συγκεντρώνονται σημαντικότατες αρμοδιότητες στο Συμβούλιο Διοίκησης εις βάρος της Συγκλήτου, με αποτέλεσμα το Πανεπιστήμιο να λειτουργεί πλέον ερήμην της ακαδημαϊκής κοινότητας», επισημαίνει.
Ένα ακόμη σημείο αφορά στην απελευθέρωση των αμοιβών των ΔΕΠ από τη συμμετοχή σε ερευνητικά προγράμματα και άλλα έργα, σε συνδυασμό με την αύξηση των ημερών απουσίας από 60 σε 100 ημέρες από τις υποχρεώσεις στο Πανεπιστήμιο (1/3 του χρόνου), θα καταστήσει το εκπαιδευτικό έργο στα προπτυχιακά προγράμματα σπουδών πάρεργο και θα υποβαθμίσει την ποιότητα των σπουδών.
Για όλα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την υποβάθμιση των Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών, την αναγνώριση των επαγγελματικών δικαιωμάτων των ιδιωτικών Κολλεγίων, τη μείωση των εισακτέων στα Τμήματα και την εφαρμογή της ΕΒΕ, «το ελληνικό Πανεπιστήμιο κατεδαφίζεται εκ θεμελίων», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Οι προτάσεις της Συγκλήτου
Καταλήγοντας, η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων καλεί ΥΠΑΙΘ και κυβέρνηση να αποσύρουν αυτό το σχέδιο νόμου, που συντρίβει ακαδημαϊκά και διοικητικά το ελληνικό δημόσιο Πανεπιστήμιο.
Πιο συγκεκριμένα, ζητά:
– Την επαναφορά όλων των αρμοδιοτήτων της Συγκλήτου που αναφέρονται σε ακαδημαϊκά θέματα, την οικονομική διαχείριση, τις διοικητικές λειτουργίες και τις στρατηγικές ανάπτυξης των Ιδρυμάτων.
– Την επαναφορά όλων των αρμοδιοτήτων της Συγκλήτου που αναφέρονται σε ακαδημαϊκά θέματα, την οικονομική διαχείριση, τις διοικητικές λειτουργίες και τις στρατηγικές ανάπτυξης των Ιδρυμάτων.
– Την επαναφορά όλων των αρμοδιοτήτων της Συγκλήτου που αναφέρονται σε ακαδημαϊκά θέματα, την οικονομική διαχείριση, τις διοικητικές λειτουργίες και τις στρατηγικές ανάπτυξης των Ιδρυμάτων.
– Την ακύρωση όλων των μορφών ελαστικής εργασίας που επιβάλει το σχέδιο νόμου με την πολυδιάσπαση των προγραμμάτων σπουδών σε προπτυχιακό επίπεδο.
– Τη διατήρηση της μονιμότητας στη βαθμίδα του επίκουρου καθηγητή, η οποία, εάν καταργηθεί, θα δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα επί της αρχής, σε ακαδημαϊκό επίπεδο. Επιπλέον, η μεγάλη ποικιλία διδασκόντων μακριά από το πρότυπο του αφοσιωμένου πανεπιστημιακού δασκάλου εγείρει τόσο ακαδημαϊκά ζητήματα όσο και ζητήματα διοίκησης, που υπονομεύουν το πρόταγμα της εκπαίδευσης ως δημόσιο αγαθό.
Τέλος, σημειώνεται πως η Πολιτεία δεν πρέπει να αποποιηθεί των ευθυνών της και των οικονομικών υποχρεώσεών της προς το δημόσιο Πανεπιστήμιο, αλλά, αντίθετα, να εγγυηθεί το δικαίωμα των φοιτητών και φοιτητριών στην εκπαίδευση.