Την αντίθεσή της στο σύστημα αξιολόγησης του ακαδημαϊκού έργου Scopus εξέφρασε μέσα από ανακοίνωσή της η Κοσμητεία της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
Την αντίθεσή της στο σύστημα αξιολόγησης του ακαδημαϊκού έργου Scopus εξέφρασε μέσα από ανακοίνωσή της η Κοσμητεία της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, ύστερα από ομόφωνη απόφασή της κατά τη συνεδρία ης 3ης Μαΐου 2022.
Μέσα από την σχετική ανακοίνωση, η Κοσμητεία διατυπώνει την βούληση προκειμένου να υπάρξει αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο μετράται η παραγωγή του ακαδημαϊκού έργου.
Η Κοσμητεία της Φιλοσοφικής Σχολής επισημαίνει ότι στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, θεραπεύονται, όπως παντού στον κόσμο, οι καλούμενες «Βασικές Επιστήμες», τη θεμελιώδη αξία των οποίων η Δύση γνωρίζει από την εποχή του trivium στα μεσαιωνικά Πανεπιστήμιά της.
«Ουδέν πρόσχημα δικαιολογεί τη χρήση μόνον ενός συγκεκριμένου συστήματος για την καταχώρηση και αξιολόγηση του ερευνητικού έργου των διδασκόντων προς πιστοποίηση από την Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ), γενικά», σημειώνει χαρακτηριστικά και συμπληρώνει πως «Οφείλουμε να διεκδικήσουμε τη θέση μας στη σύγχρονη έρευνα, απαιτώντας να καταγράφονται πλήρως οι εκπονημένες στα Ελληνικά εργασίες και τα γραμμένα σε ξένη γλώσσα ερευνητικά μελετήματα των διδασκόντων στα Ελληνικά Πανεπιστήμια. Είναι κρίσιμης σημασίας να μην καθίστανται ανεύρετοι επιστήμονες του Ελληνικού Πανεπιστημίου εκείνοι οι οποίοι επέλεξαν να συγγράψουν στη μητρική τους γλώσσα αλλά και στα Γαλλικά, Γερμανικά, Ιταλικά ή και άλλες ευρύτατα διαδεδομένες γλώσσες στον ακαδημαϊκό χώρο. Πολλοί απ’ αυτούς τους πανεπιστημιακούς χαίρουν αδιαμφισβήτητα υψηλού κύρους και τα πορίσματα των εργασιών τους έχουν μεγάλη επιρροή (impact factor) στην έρευνα διεθνώς», υπογραμμίζει.
Μεταξύ άλλων, επισημαίνει πως το Scorpus, ως σύστημα αξιολόγησης και ακαδημαϊκής πιστοποίησης δημοσιευμάτων, καθώς και παρεμφερή προς αυτό συστήματα αξιολόγησης, αφορά αποκλειστικά ή κυρίως επιστημονικά περιοδικά και δεν καλύπτουν το ευρύ πεδίο των δημοσιευμάτων άλλου τύπου, «μέσω των οποίων παράγεται η γνώση και διεξάγεται η έρευνα εντός των κλάδων του επιστητού που θεραπεύουν οι ανθρωπιστικές επιστήμες διεθνώς», σημειώνει.
Τέλος, η σχολή καταθέτει την προθυμία της να μετάσχει μιας εθνικής επιτροπής, η οποία θα καταγράψει επακριβώς το μείζον όπως χαρακτηρίζει, ακαδημαϊκό πρόβλημα «και θα προτείνει τη θεραπεία του, εισηγούμενη, ειδικά για τις ανθρωπιστικές επιστήμες, τη δημιουργία ενός νέου διεθνούς συστήματος αξιολόγησης με ποιοτικό χαρακτήρα, σε συνεργασία με άλλες χώρες οι εθνικές και τοπικές γλώσσες των οποίων συνιστούν αναπόσπαστο λειτουργικό σύστημα αναγνωρισμένων κλάδων του επιστητού», καταλήγει η ανακοίνωση.
Επιμέλεια: Γιάννης Τσέπας