Η διεπιστημονική ομάδα «Πολίτες για την Ανοιχτή Τεχνολογία», η οποία εδρεύει στα Γιάννενα και μελετά την τεχνολογία αλλά και τον αντίκτυπο αυτής στην κοινωνία, έρχεται μετά από «τέσσερεις μήνες δημόσιας διαβούλευσης», όπως αναφέρει σε ανακοίνωσή της, με οκτώ προτάσεις για ένα «πάρκο τεχνολογίας και έρευνας για την τοπική κοινωνία», τις οποίες έχουν αποστείλει επίσης και στην περιφέρεια Ηπείρου, φορέα υλοποίησης του Πάρκου Υψηλής Τεχνολογίας.
Στις προτάσεις αυτές, σημειώνουν πως «η περιφέρεια Ηπείρου, πρέπει να λάβει υπόψη την ποικιλομορφία επιχειρηματικών μοντέλων και προσεγγίσεων τεχνολογικής ανάπτυξης. Αυτή η ανάγκη αποτυπώνεται και στις στρατηγικές της ΕΕ όπως και του ΟΗΕ. Ένα πάρκο τεχνολογίας, με χρήματα φορολογουμένων πολιτών και σε δημόσια γη, οφείλει να προωθεί την πολυφωνία και να υπηρετεί την τοπική κοινωνία. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω της ανοιχτότητας και του διαμοιρασμού», σημειώνει και αναφέρει μερικά παραδείγματα αυτής της κουλτούρας, ανοιχτής τεχνολογίας που έχουν ενσωματωθεί σε διεθνούς κύρους οργανισμούς και επιχειρήσεις, από το CERN και μεγάλα πανεπιστήμια, μέχρι τη Wikipedia.
«Υπάρχουν φορείς στην Ήπειρο και την Ελλάδα που παράγουν ανοιχτές τεχνολογίες (λογισμικό, αγροτικά μηχανήματα, ανεμογεννήτριες μικρής κλίμακας, δορυφόρους, ρομποτικές και βιονικές συσκευές, τεχνικές παραδοσιακής δόμησης κ.α.) και θα μπορούσαν να στεγαστούν σε ένα τέτοιο πάρκο», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Εν συνεχεία, καταθέτονται συγκεκριμένες προτάσεις, προτείνοντας το πάρκο να έχει κοινόχρηστα γραφεία καθώς και ένα κοινόχρηστο εργαστήριο κατασκευών, όπου θα μπορούν να εργάζονται αυτοαπασχολούμενοι φοιτητές και φοιτήτριες, ενεργοποιώντας συνεργασίες και ανταλλαγή γνώσης. Επίσης, το πάρκο θα μπορούσε να προσελκύσει άτομα που εργάζονται απομακρυσμένα στον χώρο της τεχνολογίας και αναζητούν μέρη για να εγκατασταθούν προσωρινά, «ψηφιακοί νομάδες», όπως χαρακτηριστικά σημειώνουν.
Ένα κοινόχρηστο εργαστήριο κατασκευών, στο οποίο θα μπορούν όλοι οι πολίτες να έχουν πρόσβαση, με προτεραιότητα στις στεγασμένες στο πάρκο επιχειρήσεις, στα σχολεία και το πανεπιστήμιο, ενώ η σύνδεση του κοινόχρηστου εργαστηρίου με την τοπική οικονομία, μπορεί να προσφέρει μια διέξοδο στην πρωτογενή παραγωγή όσον αφορά σε λύσεις αυτοματισμού, ελέγχου και ψηφιακής μετάβασης.
Προτείνεται επίσης, η ενσωμάτωση διαδικασιών δημοκρατικής συνδιαμόρφωσης της διαχείρισης των κοινόχρηστων γραφείων και του κοινόχρηστου εργαστηρίου κατασκευών, από πολίτες και φορείς που είναι μέλη. Την παροχή προνομίων όπως π.χ. έκπτωση σε ενοίκιο στις στεγασμένες στο πάρκο επιχειρήσεις που παράγουν ανοιχτές τεχνολογίες προτείνει στη συνέχεια, σημειώνοντας πως αν η επιχείρηση μπορεί να τεκμηριώσει τον αντίκτυπο του ανοικτού της προϊόντος ή υπηρεσίας στην περιοχή της Ηπείρου, τα προνόμια να είναι ακόμα μεγαλύτερα.
Προτείνεται ακόμη, να υπάρχει παροχή προνομίων σε φορείς κοινωνικής και αλληλέγγυας κοινωνικής οικονομίας (π.χ.,ΚοινΣΕΠ) που ασχολούνται ευρύτερα με την τεχνολογία, καθώς τέτοιες επιχειρήσεις έχουν συνεργατικές/συμμετοχικές δομές και σημαντικό αποτύπωμα στην τοπική οικονομία. Συμπληρώνει στη συνέχεια των προτάσεων, την ενίσχυση της διάδρασης και συνεργασία μεταξύ φορέων δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου σημειώνοντας συγκεκριμένα, «την ενσωμάτωση του ΚΕΠΑΒΙ όπου την τελευταία διετία αναπτύσσεται ένα τοπικό οικοσύστημα δημιουργικής/κοινωνικής οικονομίας», όπως και «να ενσωματώσει το επικείμενο πάρκο αγροτικής ανάπτυξης. Η διοργάνωση εκπαιδευτικών σεμιναρίων για τους/τις αγρότες αι παραγωγούς/σχεδιαστές όλης της Ηπείρου είναι μια καλή αρχή», τονίζει.
Τέλος, σημειώνει πως πρέπει να υπάρξει ενθάρρυνση προκειμένου να αναπτυχθούν και να λειτουργήσουν κοινοτικά σχήματα καθαρής ενέργειας, για την αύξηση της ενεργειακής αυτονομίας της Ηπείρου και τέλος να είναι ανοικτό στην τοπική κοινωνία όλο αυτό το εγχείρημα, σημειώνοντας τις σχεδιαστικές ανάγκες, λαμβάνοντας υπόψιν τις πραγματικές ανάγκες των ΑμεΑ και την διαφορετικότητα των ανθρώπων.
Η διεπιστημονική ομάδα αποτελείται από τους: καθηγητής δρ. Βασίλης Κωστάκης, οι ερευνητές δρ. Χρήστος Γιωτίτσας, δρ. Βασίλης Νιάρος, δρ. Άλεξ Παζαΐτης, δρ. Αλέκος Πανταζής, δρ. Χριστίνα Πριάβολου και οι υποψήφιοι διδάκτορες Μίνα Κουβάρα και Νικηφόρος Τσιούρης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΣΕΠΑΣ