Ποιοι πρέπει να κάνουν το εμβόλιο, πότε θα πρέπει να γίνει, με ποια άλλα εμβόλια μπορεί να συνδυαστεί
Με την συνταγογράφηση των εμβολίων ενάντια στην εποχική γρίπη η οποία ξεκίνησε ήδη από την περασμένη εβδομάδα, οι επιστήμονες θέτουν φέτος ένα διπλό στοίχημα. Από τη μια να περιοριστούν οι λοιμώξεις που προκαλεί ο πανδημικός ιός και από την άλλη να μπει «φρένο», στη κυκλοφορία του ιού της γρίπης σε κάθε κοινότητα, ενώ προειδοποιούν ενάντια στον εφησυχασμό, καθώς υπάρχει μικρή ανοσία στη γρίπη λόγω της περσινής χαμηλής κυκλοφορίας της, την ώρα που η παράλληλη χαλάρωση των μέτρων δημιουργούν συνθήκες αναζωπύρωσης.
Η διαχρονική παρακολούθηση του νοσήματος στην Ελλάδα δείχνει ότι η δραστηριότητα της εποχικής γρίπης συνήθως αρχίζει να αυξάνεται κατά τον Ιανουάριο, ενώ κορυφώνεται κατά τους μήνες Φεβρουάριο – Μάρτιο. Σύμφωνα με τις εκθέσεις του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC) και του ΕΟΔΥ η δραστηριότητα της γρίπης ήταν ιδιαίτερα χαμηλή κατά την περίοδο 2020-21 σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, πιθανώς εξαιτίας των μέτρων δημόσιας υγείας που εφαρμόστηκαν για την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορωνοϊού.
Σε κάθε περίπτωση ο φετινός χειμώνας παραμένει… αχαρτογράφητος καθώς μεταξύ άλλων ο χρόνος έναρξης του επιδημικού κύματος της εποχικής γρίπης δεν μπορεί να προβλεφθεί με ακρίβεια, συχνά όμως με την έναρξή του παρατηρείται αποδιοργάνωση της επαγγελματικής και της κοινωνικής ζωής, υπέρμετρη αύξηση της κατανάλωσης φαρμάκων και όχι σπάνια, αύξηση της θνησιμότητας.
Σημαντικά μέτρα περιορισμού της εξάπλωσης της γρίπης είναι η συστηματική εφαρμογή μέτρων ατομικής υγιεινής, η απομόνωση των πασχόντων και η αποφυγή συγχρωτισμού σε κλειστούς χώρους. Ωστόσο, τα μέτρα αυτά έχουν μερική απόδοση και παρότι είναι σημαντικά, δεν επαρκούν.
Υψηλού κινδύνου χειμώνας. Από την αρχή της πανδημίας οι επιστήμονες είχαν αγωνία για τις επιπτώσεις που θα καταγράφονταν από μία πιθανή συγκυκλοφορία του SARS-CoV-2 και του ιού της εποχικής γρίπης. Όμως τα lockdowns και η τήρηση των μέτρων ατομικής προστασίας, στην πράξη «εξοστράκισαν» τους περασμένους δύο χειμώνες τη γρίπη.
«Μέχρι σήμερα δεν έχουμε σαφή γνώση σε τι βαθμό μπορεί να επηρεάσει η μία την άλλη. Γνωρίζουμε ότι την περσινή χρονιά είχαμε την ευτυχία η κινητικότητα της γρίπης να είναι εξαιρετικά χαμηλή, χάρη στην εφαρμογή των μέτρων υγιεινής και αποφυγής συγχρωτισμού. Η γρίπη κορυφώνεται Ιανουάριο, Φεβρουάριο, Μάρτιο και τα άτομα που πρέπει να εμβολιαστούν, πρέπει να είναι ανοσοποιημένα από Νοέμβριο», επεσήμανε πρόσφατα η πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, Μαρία Θεοδωρίδου.
Η ίδια δε, εξήγησε πως όποιος ανήκει στις ευπαθείς ομάδες «δεν χρειάζεται να λύσει χρονολογικό σταυρόλεξο για να κάνει και άλλα εμβόλια. Η δόση του εμβολίου είναι μία και ο εμβολιασμός δεν παρεμβαίνει στο σχήμα των υπολοίπων εμβολίων. Συστάσεις διατήρησης μεσοδιαστημάτων δεν υφίστανται». Συνεπώς, ο αντιγριπικός εμβολιασμός μπορεί να γίνει ακόμη και την ίδια ημέρα με τον εμβολιασμό έναντι της λοίμωξης Covid ή έναντι του πνευμονιόκοκκου. Ο μόνος περιορισμός είναι το «τσίμπημα» να γίνει σε διαφορετικά ανατομικά σημεία.
Σύμφωνα με το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών της χώρας μας, ο αντιγριπικός εμβολιασμός πρέπει να εφαρμόζεται συστηματικά και κατά προτεραιότητα σε άτομα (ενηλίκους και παιδιά) που ανήκουν στις παρακάτω ομάδες αυξημένου κινδύνου:
1. Άτομα ηλικίας 60 ετών και άνω.
2. Παιδιά -6 μηνών και άνω- και ενήλικοι με έναν ή περισσότερους από τους παρακάτω επιβαρυντικούς παράγοντες ή χρόνια νοσήματα:
· Χρόνια νοσήματα αναπνευστικού, όπως άσθμα, χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια
· Καρδιακή νόσο με σοβαρή αιμοδυναμική διαταραχή
· Ανοσοκαταστολή (κληρονομική ή επίκτητη)
· Μεταμόσχευση οργάνων και μεταμόσχευση μυελού των οστών
· Δρεπανοκυτταρική αναιμία (και άλλες αιμοσφαιρινοπάθειες)
· Σακχαρώδη διαβήτη ή άλλο χρόνιο μεταβολικό νόσημα
· Χρόνια νεφροπάθεια
· Χρόνιες παθήσεις ήπατος
· Νευρολογικά-νευρομυϊκά νοσήματα
· Σύνδρομο Down
3. Έγκυες ανεξαρτήτως ηλικίας κύησης, λεχωίδες και θηλάζουσες.
4. Άτομα με νοσογόνο παχυσαρκία (Δείκτη Μάζας Σώματος >40Kg/m2) και παιδιά με ΔΜΣ >95ηΕΘ.
5. Παιδιά που παίρνουν ασπιρίνη μακροχρόνια (π.χ. για νόσο Kawasaki, ρευματοειδή αρθρίτιδα και άλλα).
6. Άτομα που βρίσκονται σε στενή επαφή με παιδιά μικρότερα των 6 μηνών ή φροντίζουν ή διαβιούν με άτομα με υποκείμενο νόσημα, που αυξάνει τον κίνδυνο επιπλοκών της γρίπης.
7. Κλειστοί πληθυσμοί, όπως προσωπικό και εσωτερικοί σπουδαστές (σχολείων, στρατιωτικών και αστυνομικών σχολών, ειδικών σχολείων κ.λπ.), νεοσύλλεκτοι, ιδρύματα χρονίως πασχόντων και μονάδες φιλοξενίας ηλικιωμένων, καταστήματα κράτησης.
8. Εργαζόμενοι σε χώρους παροχής υπηρεσιών υγείας (ιατρονοσηλευτικό προσωπικό, λοιποί εργαζόμενοι, φοιτητές επαγγελμάτων υγείας σε κλινική άσκηση) και σε κέντρα διαμονής προσφύγων-μεταναστών.
9. Άστεγοι.
10. Κτηνίατροι, πτηνοτρόφοι, χοιροτρόφοι, εκτροφείς, σφαγείς και γενικά άτομα που έρχονται σε συστηματική επαφή με πτηνά ή χοίρους.
Πρέπει να χορηγείται έγκαιρα
Το αντιγριπικό εμβόλιο πρέπει να χορηγείται έγκαιρα και πριν από την έναρξη της συνήθους περιόδου εμφάνισης της έξαρσης των κρουσμάτων γρίπης, δεδομένου ότι απαιτούνται περίπου δύο εβδομάδες για την επίτευξη ανοσολογικής απάντησης.
Όπως αναφέρεται στη σχετική εγκύκλιο του υπουργείου Υγείας, κατά προτίμηση ο εμβολιασμός θα πρέπει να ολοκληρώνεται τουλάχιστον 4-6 εβδομάδες προ της ενάρξεως του ετήσιου επιδημικού κύματος της γρίπης στην Ελλάδα (δηλαδή στα μέσα έως το τέλος Νοεμβρίου).
Ο εμβολιασμός συνεχίζεται καθ’ όλη τη διάρκεια της εποχικής γρίπης για άτομα για τα οποία ενδείκνυται ο εμβολιασμός και δεν πρόλαβαν να εμβολιαστούν εγκαίρως. Ο αντιγριπικός εμβολιασμός γενικά περιλαμβάνει μόνο μία δόση του εμβολίου ετησίως.
Σε ποιες περιπτώσεις πρέπει να αναβάλλεται η χορήγηση του εμβολίου
Λόγω της εξελισσόμενης πανδημίας οι ειδικοί θέτουν ορισμένους χρονικούς περιορισμούς για τη χορήγηση του αντιγριπικού εμβολίου σε σχέση με τη λοίμωξη COVID-19.
· Ασυμπτωματικοί ή προσυμπτωματικοί ασθενείς με θετικό εργαστηριακό έλεγχο COVID-19 πρέπει να κάνουν το αντιγριπικό εμβόλιο μόλις ολοκληρώσουν την απομόνωσή τους.
· Ασυμπτωματικά άτομα που ήρθαν σε επαφή με επιβεβαιωμένο κρούσμα COVID-19 και έχουν αρνητικό εργαστηριακό έλεγχο μπορούν να εμβολιαστούν κανονικά.
· Συμπτωματικοί ασθενείς με λοίμωξη COVID-19 πρέπει να αναβάλουν τον εμβολιασμό τους μέχρι να ολοκληρωθεί η απομόνωσή τους και να υφεθεί η συμπτωματολογία της νόσου.