Οι αυτόχθονες – σπάνιες φυλές των ζώων αποτελούν ένα μικρό αλλά πολύ σημαντικό κομμάτι της ελληνικής κτηνοτροφίας
Στο επίκεντρο της ημερίδας που πραγματοποιήθηκε το πρωί της Τετάρτης στην Ελεούσα από την Ένωση Μετακινούμενων Κτηνοτρόφων Ηπείρου σε συνεργασία με το Κέντρο Ζωικών και Γενετικών Πόρων Ιωαννίνων, βρέθηκαν οι προοπτικές αξιοποίησης των προϊόντων από τις αυτόχθονες φυλές αγροτικών ζώων, από τους κτηνοτρόφους είτε ατομικά είτε σε συλλογικό επίπεδο.
Οι αυτόχθονες – σπάνιες φυλές των ζώων αποτελούν ένα μικρό αλλά πολύ σημαντικό κομμάτι της ελληνικής κτηνοτροφίας με το κράτος να αναγνωρίζει σε θεωρητικό επίπεδο τη σημασία της διατήρησής τους, αλλά στην πράξη να τις αντιμετωπίζει σχεδόν όπως και όλες τις υπόλοιπες. Με τις αυξήσεις των κοστολογίων παραγωγής τα τελευταία χρόνια, οι επιδοτήσεις που δίνονται στους παραγωγούς που διατηρούν αυτόχθονες φυλές μοιάζουν με χαρτζιλίκι απλώς για να συντηρούν τα ζώα τους, χωρίς να τους δίνεται καμία σοβαρή προοπτική. Οι προσπάθειες και οι εναλλακτικές που υπάρχουν βρέθηκαν στο επίκεντρο της ημερίδας όπου παρουσιάστηκαν ενδιαφέρουσες εισηγήσεις από τη μεριά της Γενετικής, της σύνδεσης των φυλών με τα παραδοσιακά γαλακτοκομικά και τυροκομικά προϊόντα, όπως και με τη γαστρονομία.
Ο πρόεδρος της Ένωσης Μετακινούμενων Κτηνοτρόφων Ηπείρου Γιάννης Δεκόλης τόνισε πως θα πρέπει να γίνεται διαχωρισμός των προϊόντων από τις αυτόχθονες φυλές και μία μικρή τυποποίησή τους, ώστε να μην υπάρχει σύγχυση με τα προϊόντα από τις άλλες φυλές κάτι που μπορεί να οδηγήσει και σε σταδιακή αναγνώρισή τους άρα και στην επίτευξη καλύτερων τιμών στην αγορά.
«Σήμερα, όσοι κρατάμε αυτόχθονες φυλές, το κάνουμε με κόπο και με παθητικό. Χρειάζονται μεγαλύτερες επιδοτήσεις από το κράτος ώστε όχι μόνο να διατηρηθούν οι φυλές αλλά να αυξηθούν. Πέρα από το όφελος στον παραγωγό, το πιο σημαντικό όφελος είναι στη βιοποικιλότητα των περιοχών όπου βόσκουν τα κοπάδια αυτά κάτι που έχει μελετηθεί και έχει αποδειχθεί επιστημονικά. Διαφορετικά, δε θα υπάρξει μέλλον», ανέφερε ο κ. Δεκόλης.
Παρεμβάσεις από Αλ. Καχριμάνη και Μιχ. Πλιάκο
Χαιρετισμό στην ημερίδα απηύθυναν ο περιφερειάρχης Αλ. Καχριμάνης και ο δήμαρχος Ζίτσας Μιχάλης Πλιάκος που αναφέρθηκαν αμφότεροι στα προβλήματα που συναντά η αυτοδιοίκηση πρώτου και δευτέρου βαθμού στην υλοποίηση έργων για τους κτηνοτρόφους, με τις Δασικές υπηρεσίες αλλά και άλλες να θέτουν εμπόδια.
«Αυτό που λέμε είναι ότι όπου υπάρχουν νόμιμες σταβλικές εγκαταστάσεις να μην θεμελιώνεται το δικαίωμα του Δασαρχείου να ισχυρίζεται ότι είναι δασικός δρόμος, άρα δε μπορεί να γίνει καμία επέμβαση. Αφού μία επιχείρηση λειτουργεί νόμιμα, σημαίνει, ότι έχει αδειοδοτηθεί, έχοντας πάρει τις απαραίτητες εγκρίσεις. Ποιος είναι ο λόγος που δε μπορούμε να βοηθήσουμε σήμερα έναν κτηνοτρόφο ώστε να στρώσουμε άσφαλτο σε ένα δρόμο 3,5 μέτρων για να κάνει ευκολότερα τη δουλειά του;», αναρωτήθηκε ο κ. Πλιάκος.
«Όταν παίρνουμε από τα βελτιωμένα πρόβατα 300 κιλά γάλα το έτος με 1,60 το λίτρο προκύπτει ένα συγκεκριμένο ποσό. Όταν παίρνουμε όμως την ίδια τιμή για την ετήσια παραγωγή ενός σπάνιου είδους που φτάνει τα 100 κιλά γάλα, τη διαφορά αυτή πρέπει να την καλύπτει το κράτος και με το παραπάνω, αντί να δίνει ένα χαρτζιλίκι απλώς για να κρατήσουν οι κτηνοτρόφοι τα κοπάδια τους», ανέφερε μεταξύ άλλων.
Η σύνδεση με τη γαστρονομία
Μία ενδιαφέρουσα πτυχή που έχει να κάνει με τη γαστρονομία και τον τουρισμό ανέπτυξε η Σίσσυ Νίκα, δημοσιογράφος Γαστρονομίας και Τουρισμού που συμμετείχε στην εκπόνηση μίας μελέτης για τις αυτόχθονες φυλές και στη συγγραφή του βιβλίου με τίτλο «Ελληνικές φυλές, ένας κρυμμένος θησαυρός».