Με αφορμή την έκδοση του βιβλίου του καθηγητή Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Ευάνθη Χατζηβασιλείου, «Ο διάλογος Γιώργου Σεφέρη – Ευάγγελου Αφέρωφ, οι Συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου» (εκδόσεις Πατάκη) και του βιβλίου του Γιώργου Σεφέρη «Μέρες Θ΄» (εκδόσεις Ίκαρος), ο συγγραφέας συζητά με την Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Μεσαιωνικής και Νέας Ελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Αθηνά Βογιατζόγλου για τη συγγραφική και την πολιτική διάσταση της προσωπικότητας του Γιώργου Σεφέρη.
Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί τη Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2019 και ώρα 20:30, στον Πολιτιστικό Πολυχώρο «Δ. Χατζής».
Εξήντα ακριβώς χρόνια μετά τη σύναψη των συμφωνιών Ζυρίχης και Λονδίνου, στο βιβλίο του Ευάνθη Χατζηβασιλείου εξετάζεται η δράση του πρέσβη Γεωργίου Σεφεριάδη (Σεφέρη) στο Κυπριακό (1956-1959) και αναλύεται το πολυσυζητημένο θέμα των διαφωνιών και του διαλόγου του με τον υπουργό Εξωτερικών Ευάγγελο Αβέρωφ-Τοσίτσα κατά τη διαπραγμάτευση των συμφωνιών (Δεκέμβριος 1958 – Ιανουάριος 1959).
Το βιβλίο βασίζεται σε πολύχρονη, πολύ-αρχειακή έρευνα στα προσωπικά αρχεία των Κωνσταντίνου Καραμανλή, Ευάγγελου Αβέρωφ-Τοσίτσα, Κωνσταντίνου Τσάτσου, Γιώργου Σεφέρη. Έχει επίσης μελετηθεί υλικό από το Διπλωματικό και Ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών, το αρχείο του Foreign Office, αμερικανικά δημοσιευμένα έγγραφα, καθώς και άλλες δημοσιευμένες πηγές, πρωτίστως αυτές που αφορούν τον Σεφέρη (επιστολές και ημερολόγιο).
Παράλληλα παρουσιάζονται οι Μέρες Θ’ του Γιώργου Σεφέρη.
1 Φεβρουαρίου 1964 – 11 Μάη 1971:
Στον τόμο αυτό, εμπεριέχονται αμιγώς ημερολογιακές εγγραφές, σημειώσεις για τα βιβλία που μελετούσε ο Γιώργος Σεφέρης, αποκόμματα εφημερίδων, σχέδια επιστολών, ακόμη και διευθύνσεις. Πρόκειται για ένα «εργαλείο δουλειάς» του Νομπελίστα ποιητή που διαμορφώνει μέσα από τις σελίδες του μια ιδιαίτερη τοιχογραφία της εποχής και αποτελεί αδιαμφισβήτητο σημείο αναφοράς για τις σεφερικές σπουδές. Ο τελευταίος τόμος που ολοκληρώνει το προσωπικό ημερολόγιο του Γιώργου Σεφέρη, και καλύπτει τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Οι Μέρες, Θ’ βρίσκουν τον Σεφέρη οριστικά εγκατεστημένο στην οδό Άγρας. Ύστερα από επανειλημμένες προσπάθειες, τον Αύγουστο του 1962 κατόρθωσε να παραιτηθεί από την πρεσβεία του Λονδίνου. Όπως ήταν φυσικό, του πήρε μήνες προτού μπορέσει να πει: «ένιωσα πως ήταν η πρώτη φορά στη ζωή μου που βρέθηκα με όλα μου τα χαρτιά συγκεντρωμένα γύρω μου». Ο χρόνος του εξακολούθησε να είναι περιορισμένος, γιατί, εκτός από κάποιες υποχρεώσεις στο υπουργείο Εξωτερικών -οριστικά αποχώρησε με τη συνταξιοδότησή του, δύο χρόνια αργότερα- προέκυψαν και ένα σωρό άλλοι περισπασμοί: το Νομπέλ μαζί με την αναπόφευκτη δημοσιότητα που προκάλεσε, το ταξίδι στη Σουηδία, προσκλήσεις από ακαδημαϊκά ιδρύματα, τιμητικά διπλώματα, διαλέξεις, συνεντεύξεις και δημόσιες αναγνώσεις των ποιημάτων του. Παρ’ όλα αυτά, είναι ευγνώμων που έχει περισσότερο διαθέσιμο χρόνο από άλλοτε. Το 1966 γράφει για την επανεγκατάστασή του στην Αθήνα πως «τα χρόνια αυτά λογαριάζουν πολύ για μένα, γιατί είναι η πρώτη περίοδος που έζησα χωρίς καμιάν άλλη υποχρέωση εκτός από τη δουλειά της επιθυμίας μου. Θέλω να πω το προσωπικό μου γράψιμο. Η πραγματική περίοδος της αποστράτευσής μου». (Από τον πρόλογο της έκδοσης).